Ἀρχιμανδρίτη Ἀρσενίου Κατερέλου: “ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ – ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ”.

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ – ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ *

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος, Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος

* Ἑσπερινή ὁμιλία στήν Ἱερά Μονή Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος 23- 02- 2013.

εκτρωσεις

Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ σήμερα εἰς τήν ἀγάπη σας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νά παρουσιάσωμε κάποιες, πατερικές πάντα, θέσεις γύρω ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἀνθρωπολογία. Τί εἶναι δηλ. ὁ ἄνθρωπος, πῶς πλάσθηκε ἀπό τόν Θεό, ἀπό τί ἀποτελεῖται, ποιές εἶναι θεόθεν οἱ δυνατότητές του, ποιός ὁ σκοπός του, καί μέσα ἐκεῖ, σέ ὅλα αὐτά τά θαυμάσια πατερικά χωρία, τά ὁποῖα ἐλαφρῶς θά ἀναλύσωμε, κατά τήν μικρή δύναμή μας, ἐκτός τῶν ἄλλων, ἐκεῖ μέσα θά ἀποδειχθῆ πόσο τρομερό, δυστυχῶς, ἔγκλημα εἶναι ἡ ἔκτρωσις.
Δέν νοεῖται, σέ ζῶντα ἄνθρωπο, νά ὑπάρχη σῶμα ἄνευ ψυχῆς, οὔτε ψυχή ἄνευ σώματος. Λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «Τήν ψυχήν, οὔτε γάρ προϋφίσταται τοῦ σώματος, οὔτε μεθυφίσταται, ἀλλ᾽ ἅμα τῇ τούτου γενέσει κτίζεται καί αὐτή». Δηλ., ἡ ψυχή, οὔτε προϋπάρχει τοῦ σώματος, οὔτε ὑπάρχει μετά ἀπό αὐτό, ἀλλά ταυτόχρονα μέ τήν γένεσι τοῦ σώματος κτίζεται καί ἡ ψυχή.
Καί γράφει ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης: «Οὔτε γάρ σῶμα πρό τῆς ψυχῆς ὑφίστατο, οὔτε ψυχή πρό τοῦ σώματος», δηλ. ὅτι ἡ ψυχή καί τό σῶμα κτίζονται ταυτόχρονα.
Ἡ πνοή πού ἐνεφύσησε ὁ Θεός στόν Ἀδάμ, ἐκεῖνο τό ἀπόρρητο ”ἐμφύσημα”, λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἦταν ἐκεῖνο πού ἔδωσε στόν ἄνθρωπο ψυχή ἀθάνατη, ἀείζωη, πού ταυτίζεται μέ τήν λογική ψυχή, ἀλλά, ταυτοχρόνως, τῆς ἔδωσε ὁ Θεός καί τήν θεία Χάρι. Δηλ., ὁ Θεός δέν ἔδωσε στήν ψυχή μόνο τήν λογικότητα καί τήν δυνατότητα νά εἶναι ἀθάνατη, ἀλλά τήν ἐπλήρωσε καί μέ τήν ἄκτιστη θεία Χάρι. Αὐτήν, λοιπόν, τήν ἄκτιστη Χάρι, δυστυχῶς, ἔχασε ὁ Ἀδάμ μέ τήν πτῶσι του. Ὦ, ἀγαπητοί μου, τί ἔχασε ὁ Ἀδάμ! Ἔχασε τόν ἴδιο τόν Θεό. Ἔχασε τήν θεοκοινωνία, χωρίσθηκε ἀπό τόν Θεό. Αὐτήν τήν ζωή χωρίς Θεό, πού εἶναι ὁ ψυχικός, λεγόμενος, θάνατος, τήν ὀνομάζει ὁ Ἅγιος ”δεινό” θάνατο, φοβερό θάνατο, καί μᾶς λέγει, ἐπίσης, ὅτι ἡ ζωή στήν Βασιλεία θά εἶναι ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό καί ἡ ἀπόλαυσι τῆς αἰώνιας ἄχρονης Βασιλείας Του. Καί, ”θάνατος” εἶναι ἡ ζωή χωρίς Θεό, ἡ αἰωνία κόλασις.
Ἐμεῖς, τώρα, ἀπό τούτην τήν ζωή μας, τήν πρόσκαιρη ἐδῶ στήν γῆ, ἐπιλέγομε ἄν θά ζήσωμε κατά Θεόν, ἤ κατά διάβολον. Καί ἡ ἀξία αὐτῆς τῆς ζωῆς εἶναι ὅτι ἀπό αὐτήν τήν πρόσκαιρη ζωή ἐξαρτᾶται ἡ αἰώνια ἄχρονη τύχη μας. Ἐμεῖς, λοιπόν, αὐτεξουσίως, ἐλευθέρως δηλ., ἀναλόγως τῆς ἐπιγείου πορείας μας, καθορίζομε καί τήν οὐράνια αἰώνια πορεία μας.
Μᾶς λέγει, πάλι, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅτι ὁ βαπτισμένος ἄνθρωπος ἔχει τήν βοήθεια, τήν ἐνέργεια τῆς Χάριτος μέσα του, διότι κατά τό μυστήριο τῆς Βαπτίσεως λαμβάνει τήν θεία Χάρι, τόν ἴδιο τόν Θεό. Τόν ἴδιο τόν Θεό, ὄχι, βέβαια, κατά τήν οὐσία Του, καθ᾽ ὅτι, ὡς γνωστόν, ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμέθεκτος καί ἀκοινώνητος μέ τήν κτίσιν, λογική τε καί ἄλογο, μέ κάθε κτίσμα, ἀλλά παίρνει τόν Θεό κατά τήν οὐσιώδη ἐνέργειά Του. Μέ τήν Βάπτισι, ἡ θεία Χάρις ἐγκαθίσταται στό βάθος τῆς ψυχῆς κάθε ἀνθρώπου καί παραμένει πάντοτε, ἀκόμη καί ἄν ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτήση. Ναί, ἀκόμη καί ἄν ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτήση, παραμένει ἡ Χάρις μέσα του. Ὦ, τί φιλάνθρωπος εἶναι ὁ Κύριος! Φυσικά, στόν ἁμαρτωλό καί ἀμετανόητο ἄνθρωπο, ἐνῶ μέν ὑπάρχει Χάρις, δυστυχῶς γι᾽ αὐτόν, εἶναι ἀπενεργοποιημένη. Εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχη, ἐνῶ ὑπάρχει. Διότι, ἡ ψυχή του εἶναι ἀσθενοῦσα, δέν εἶναι ὑγιής, λόγῳ τῆς μή καθαρότητος, λόγῳ τῆς ἁμαρτίας καί λόγῳ τῆς ἀμετανοησίας του.
Μετά τήν πτῶσι, ὑπῆρξαν οἱ ἑξῆς κύριες κατηγορίες ἀνθρώπων: Ἡ μία, ὅπως καταλαβαίνετε, ἦταν ἡ κατηγορία ἀπό πτώσεως τῶν Πρωτοπλάστων, μετά δηλ. τό προπατορικό ἁμάρτημα, ἕως τήν ἱστορική συγκεκριμένη ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, κατά τήν ὁποία ἑορτάζομε τήν ἐκ νέου ἀποστολή τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Τρίτου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος δηλ. τήν καθολική ἐνέργεια, εἰς τήν Ἐκκλησία Του.
Ἔτσι, λοιπόν, ἡ μία κατηγορία ἀνθρώπων, χρονικά, περιλαμβάνει τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν ἡμέρα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἕως τήν ἱστορική συγκεκριμένη αὐτή ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Καί, ὅταν λέμε ”ἱστορική”, τό λέμε μέ διπλῆ ἔννοια, καί ἐπειδή εἶναι μεγάλης σημασίας, καί ἐπειδή συνέβη κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Συγκεκριμένα ”μεθ᾽ οὐ πολλάς ἡμέρας”, ὅπως εἶχε προϋποσχεθῆ ὁ Κύριος, δηλ. δέκα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάληψί Του.
Στήν ὁποία, τώρα, χρονική περίοδο οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν μόνο μέ τό ”κατ᾽ εἰκόνα”, δηλ. μόνο μέ τά φυσικά τους γνωρίσματα, ἐπειδή, δυστυχῶς, ἔχασαν τήν θεία Χάρι, καί σέ ὅλη αὐτήν τήν ”μακάβρια” χρονική περίοδο, λαμπρότατη, φωτεινότατη, ἐξαίρεσις ἀποτελεῖ ἡ περίπτωσις τῶν Προφητῶν, τῶν Δικαίων, καί ὅλων ἐκείνων στούς ὁποίους ὁ Θεός ἠθέλησε – Θεός εἶναι, ὅ,τι θέλει κάνει – ἐκτάκτως καί κατ᾽ ἐξαίρεσιν, νά δώση τήν Χάρι Του γιά τό θεῖο Του, βέβαια, σχέδιο, γιά τήν θεία Του Οἰκονομία. Ὅπως λέμε, μεταξύ τῶν ἄλλων, στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ἀναφερόμενοι στό Ἅγιο Πνεῦμα, τί λέμε; ”Τό λαλῆσαν διά τῶν Προφητῶν”. Ἀλλά, πότε αὐτοί ἐλάλησαν; Πρό τῆς Πεντηκοστῆς, πού προανεφέραμε. Κατά τήν Πεντηκοστήν, ὅπως εἴπαμε, ἔρχεται καί ἀποστέλλεται, ἐκ νέου, καθολικῶς, ἡ ἐνέργεια τοῦ τρίτου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Τώρα, μία ἄλλη μεγάλη κατηγορία ἀνθρώπων εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔζησαν καί θά ζήσουν ἀπό τῆς Πεντηκοστῆς ἕως τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἕως δηλ. τῆς τελικῆς Κρίσεως, ὅπου θά λάβη χώραν καί ἡ ἀνάστασις τῶν σωμάτων, διά τούς κεκοιμημένους, ἐνῶ οἱ ζῶντες θά ἀλλαχθοῦν, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Δηλ., εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι, πού, μέ τό Βάπτισμά τους, ἔλαβαν ξανά τήν θεία Χάρι, ἀλλά, δυστυχῶς ἡ μεγαλύτερη μερίδα ἀνθρώπων, μποροῦμε νά ποῦμε, εἶναι οἱ ἀβάπτιστοι, ἤ ἐκεῖνοι πού δέν ἔχουν τό Ὀρθόδοξο Βάπτισμα, οἱ αἱρετικοί, πού πορεύονται μόνο μέ τά φυσικά τους προσόντα, δηλ. μόνο μέ τό κατ᾽ εἰκόνα.
Ἐμεῖς, τώρα, οἱ βαπτισμένοι, ναί μέν ἔχομε μεγάλη εὐλογία, ἀλλά φέρομε καί μεγάλη ἀνάλογη προσωπική εὐθύνη καί, ὡς ἐκ τούτου, θά κριθοῦμε καί διαφορετικά. Διότι, ἐνῶ ἔχουμε μέσα μας τόν Θεό, τήν ἐνέργειά Του, ὅπως προεξηγήσαμε, καί ἔχομε τήν δυνατότητα τῆς θεώσεως, δηλ. νά γίνουμε κατά Χάριν θεοί, μέ τό κατ᾽ εὐδοκίαν θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού αὐτός πρέπει νά εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ κάθε Χριστιανοῦ, φέρομε, λοιπόν, ταυτόχρονα, μεγάλη εὐθύνη, διότι τήν ἐγκατεστημένη μέσα στήν ψυχή μας θεία Χάρι τήν ἔχομε, δυστυχῶς, πολλές φορές οἱ περισσότεροι ἀπενεργοποιήσει μέ τά πάθη μας, μέ τίς ἀδυναμίες μας, μέ τίς ἐμπαθεῖς ἐμμονές μας, καί τίς ποικίλλες γνωστές καί ἄγνωστες ἁμαρτίες μας.
Τώρα, ἡ ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου, δημιουργεῖται, μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ πάντα. Ἀλλά, πότε δημιουργεῖται; Ἐξ ἄκρας συλλήψεως. Τό ξαναλέμε: Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου δημιουργεῖται ἐκ τοῦ Θεοῦ ”ἐξ ἄκρας συλλήψεως”. Καί ”ἐν τῇ συλλήψει ἐμψύχωται”, ὅπως λένε οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι Πατέρες. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει, συγκεκριμένα, κάτι πού εἶναι πάρα πολύ καταπληκτικό καί πάρα πολύ χρήσιμο, καί ἔχει σχέσι καί μέ τό θέμα τῶν μεταμοσχεύσεων, τό ὁποῖο σήμερα βέβαια δέν θά τό θίξωμε στήν ἀγάπη σας, γιά τόν λεγόμενο ”ἐγκεφαλικό θάνατο”, καί ἔχει βέβαια σχέσι καί μέ τό θέμα τῶν ἐκτρώσεων, τό ὁποῖο σήμερα θά τό θίξωμε. Λέγει, αὐτός ὁ βαθύτατος θεολόγος, πού, μέ μιᾶς, μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι χτυποῦσε πάντα κέντρο, λέγει, ὅτι ἡ ψυχή εἶναι ἐξ ἀρχῆς τελεία, δέν μπορεῖ ὅμως, ἄν καί εἶναι τελεία ἡ ψυχή, νά ἐκδηλώση τίς ἐνέργειές της λόγῳ τοῦ μή ἀνεπτυγμένου σωματικοῦ στοιχείου. Οἱ ἐνέργειές της δηλ., μοιραίως, ἀναγκαστικά, ἐμφανίζονται σταδιακά, πῶς; Μέ τήν πρόοδο τῆς σωματικῆς ἀναπτύξεως. Τό σῶμα δημιουργεῖται πάντα μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ, συνεργείᾳ, ὅμως, τῶν γονέων, διότι ὁ Θεός ἔδωσε αὐτήν τήν δυνατότητα στούς γονεῖς. Ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ”ἡ ψυχή συνκτίζεται γηίνῳ σώματι”. Δηλ., κτίζεται μαζί μέ γήινο σῶμα, τό ὁποῖο καί ἀναπτύσσεται κατά τρόπο βέβαια μυστικό. Ἐδῶ εἶναι τό κλειδί. Καί τό ξαναλέμε αὐτό: Ἡ ψυχή συνκτίζεται γηίνῳ σώματι. Ἀλλά, πῶς γίνονται ὅλα αὐτά; Κατά τρόπο μυστικό, κατά τρόπο δηλ. ἀπόρρητο.
Αὐτή ἡ λέξις ”μυστικό”, τά λέει ὅλα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Γιατί, τό πῶς εἶναι ὅλα αὐτά, τό σῶμα μας, ἡ ψυχή μας, πῶς δημιουργοῦνται, πῶς αὐξάνεται τό σῶμα μας, ἡ σχέσις σώματος καί ψυχῆς, γενικά ὁ μικρόκοσμος, ὁ μακρόκοσμος, ὅ,τι μᾶς περιβάλλει, ὅ,τι εἶναι μέσα μας, τά φαινόμενα, κλπ., μόνο ὁ Θεός τά ξέρει πλήρως. Ἀκόμα, πῶς εἶναι ὁ Χριστός, ποιός εἶναι ὁ Χριστός, ἄν καί ξέρομε βέβαια, διότι μᾶς ἀπεκάλυψε τήν πλήρη ταυτότητά Του, καί στό γεγονός τῶν Θεοφανείων ἔχομε πλήρη θεοφάνεια, ὅμως, στό βάθος-βάθος πῶς εἶναι ὅλα αὐτά πού προαναφέραμε, τά ξέρει τέλεια, πλήρως, μόνο ὁ Θεός καί κανείς ἄλλος.
Ἀλλά, ὅ,τι ὁ Θεός μᾶς ἀπεκάλυψε, ἰδιαίτερα γιά τόν νοητό κόσμο, ἀλλά ὄχι ὀλιγώτερο καί γιά τόν ὑλικό κόσμο, ὅ,τι κρυμμένες δυνάμεις ὑπάρχουν στόν φυσικό κόσμο, καί ὅσες δυνατότητες μᾶς ἔδωσε γιά νά ἀνακαλύπτωμε, πάντα μερικῶς, τά τοῦ κόσμου, δέν πρέπει ὅλα αὐτά νά μᾶς γεμίζουν, πῶς νά τό ποῦμε, μέ αὐτάρκεια καί σχιζοφρενική θά λέγαμε ἔπαρσι, ἀλλά μέ δέος καί συναίσθησι περί τῆς δικῆς μας ἀτελείας, διότι, ὅσα καί ἄν ἀνακαλύπτη ὁ ἄνθρωπος, τελικά, τότε καί μόνον τότε καταλαβαίνει πόσα ἀγνοεῖ. Διότι, πρέπει νά μᾶς καταλαμβάνει δέος καί συναίσθησις ὅτι, τελικά, πόσο ἄγνωστα εἶναι ὅλα αὐτά στό βάθος-βάθος τους. Ἀκόμα καί τά ὑλικά δηλ., πόσῳ μᾶλλον τά νοητά. Πῶς εἶναι ἡ ψυχή μας, πῶς εἶναι οἱ ἄγγελοι, κλπ.
Διότι, ὅταν ἀνακαλύπτης, ἄνθρωπέ μου, ἐπιστήμονά μου, ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, τότε διαισθάνεσαι ἤ πρέπει νά διαισθάνεσαι, ἄν εἶσαι τίμιος μέ τόν ἑαυτό σου καί ἄν ἔχης στοιχειώδη ἀνθρώπινη λογική, διότι ἄλλο ἀνθρώπινη γνῶσις, καί ἄλλο σύνεσις, καί, ἄν δέν ἐξυπηρετῆς κάποιες σκοπιμότητες, σκοτεινές, σατανοκανοναρχούμενες κλπ., πρέπει νά σέ διακατέχη ἡ συναίσθησις, ὅτι, τώρα πού βρῆκες τό ἕνα, τώρα ἀποκτᾶς τήν δυνατότητα νά καταλάβης πόσα περισσότερα ἀγνοεῖς καί πόσα περισσότερα ἀγνοοῦσες πιό πρίν, καί πόσα ἀγνοεῖς καί τώρα, πού πρίν δέν μποροῦσες νά καταλάβης ὅτι ὅλα αὐτά τά ἀγνοοῦσες. Δηλ., αὐτά πού γνωρίζουμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, σέ σχέσι μέ ἐκεῖνα πού δέν γνωρίζουμε, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι μία σχέσι, εἶναι μία συνάρτησι, πού τείνει ὅλο καί περισσότερο στό μηδέν. Ὅσα πιό πολλά γνωρίζεις, περιγραφικῶς πάντα, τόσο πιό πολύ συνειδητοποιεῖς τήν ἄγνοια, καί πλησιάζεις νά ἐννοήσης ὅτι, τελικά, ἡ ἀνθρώπινη γνῶσι, ὅσο πιό μεγάλη εἶναι, τόσο πιό μεγάλο εἶναι καί τό μηδενικό της μπροστά σέ αὐτό πού ὄντως ὑπάρχει, ἐκ κατασκευῆς, ἀπό τόν Θεό, καί μέσα μας, καί ἔξω μας.
Τώρα, ὅμως, γιά νά ἐπανέλθωμε, μετά ἀπό αὐτήν τήν παρένθεσι, στό κύριό μας θέμα, εἴπαμε, ὅτι ἡ ψυχή συνκτίζεται γηίνῳ σώματι κατά τρόπο μυστικό. Καί, γιά νά τό ποῦμε ὅσο γίνεται πιό ἁπλᾶ, ἡ ψυχή ὑπάρχει ”ἐξ ἄκρας γονιμοποιήσεως”. Ἡ ψυχή εἶναι ἄϋλη καί δέν μπορεῖ νά ἀνιχνευθῆ, νά μετρηθῆ, νά κατανοηθῆ, νά ἀριθμηθῆ μέ ὑλικούς ὅρους. Οὔτε μπαίνει, βέβαια, στίς ἔννοιες τοῦ ὄγκου καί τῶν διαστάσεων, κλπ. Ἡ ὕλη διαιρεῖται καί συμπτύσσεται. Ἡ ψυχή, οὔτε διαιρεῖται, οὔτε συμπτύσσεται.
Λέγει πάλι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, αὐτό τό στόμα τοῦ Χριστοῦ: «Ἡ μέντοι ψυχή συνέχουσα σῶμα, ᾧ καί ἐκτίσθη, πανταχοῦ τοῦ σώματος ἐστίν οὐχ ὡς ἐν τόπῳ οὐδ᾽ ὡς περιεχομένη (ἐννοεῖται τοῦ σώματος), ἀλλ᾽ ὡς συνέχουσά τε καί περιέχουσα καί ζωοποιοῦσα τοῦτο (τό σῶμα δηλ.) κατ᾽ εἰκόνα καί τοῦτο ἔχουσα Θεοῦ». Ἡ μέν ψυχή δηλ. συνέχει τό σῶμα, μέ τό ὁποῖο ἐκτίσθη μαζί, εἶναι σέ ὅλο τό σῶμα, ὄχι σάν σέ ἕνα τόπο, καί ὄχι ὅτι περιέχεται ἀπό τό σῶμα, ἀλλά ἡ ψυχή συνέχει καί περιέχει καί ζωοποιεῖ τό σῶμα καί εἶναι βέβαια εἰκόνα του Θεοῦ.
Ἔτσι, ἡ ψυχή εἶναι πανταχοῦ τοῦ σώματος καί, τό ξαναλέμε, ἔχει σημασία αὐτό, ”συνέχει”, περιέχει δηλ. καί ζωοποιεῖ τό σῶμα, καί ὅλα βέβαια ὅσα ἔχουν σχέσι μέ τό σῶμα, ὅλα τά τοῦ σώματος. Καί, ὅπως λέγει, ἐν προκειμένῳ, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης στό ἔργο του Περί Κατασκευῆς Ἀνθρώπου, «τῇ προγνωστικῇ τοῦ Θεοῦ δυνάμει, ἅπαν προϋφίσταται τό ἀνθρώπινον πλήρωμα, συμμαρτυρούσης εἰς τοῦτο τῆς προφητείας τῆς λεγούσης ”εἰδέναι τά πάντα τόν Θεόν πρίν γενέσεως αὐτῶν”». Τί καταπληκτικό εἶναι αὐτό! ” Ἅπαν προϋφίσταται τό ἀνθρώπινον πλήρωμα”. Ὄχι ἁπλῶς ”πρίν γενέσεως”, ἀλλά ἀχρόνως, γιατί ὁ Θεός ὑπάρχει καί ἐκτός τοῦ χρόνου.
Νά τό ποῦμε πιό ἁπλᾶ, ὁ χρόνος λοιπόν τῆς γεννήσεως τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ὅλων τῶν ἀνθρώπων…. θέλετε νά τό προχωρήσουμε; Ἀκόμα καί τά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, μετά δηλ. τήν Δευτέρα Παρουσία, ὅλα αὐτά, ἔχουν προαιώνια προγνωρισθῆ ἀπό τόν Θεό, δηλ. εἶναι γιά τόν Θεό σάν νά ἔχουν γίνει κι ἄς μήν ἔχουν γίνει, χωρίς ὁ Θεός, βέβαια, νά δεσμεύη τήν ἐλευθερία μας. Ὁ Θεός προγνωρίζει, ἀλλά δέν προκαθορίζει τό τί θά συμβῆ. Ὅλα, λοιπόν, ἔχουν προγνωρισθῆ ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἔχει καθορίσει καί τήν ἐξέλιξι, γιατί δέν ἐξαρτῶνται ὅλα ἀπό ἐμᾶς, ἔχει καθορίσει καί τήν ἐξέλιξι σ᾽ ἐκεῖνα δηλ. πού δέν ἐξαρτῶνται ἀπό ἐμᾶς. Τήν ἐξέλιξι π.χ. κάθε γονιμοποιήσεως, ἐν προκειμένῳ, σέ μία ἤ δύο ζωές, πού εἶναι τά δίδυμα, ἤ καί περισσότερες.
Π.χ., στά μονοζυγωματικά δίδυμα δέν εἶναι μία ἀνθρωπίνη ὕπαρξις, παρακαλῶ, πού διαιρεῖται δῆθεν σέ δύο ἄλλες ἀνθρώπινες ὑπάρξεις, ἀλλά εἶναι δύο ὁλόκληρες ἀκέραιες ἀνθρώπινες ὑπάρξεις πού διαχωρίζονται. Μοιράζονται τήν ἴδια ὑλική ὑπόστασι, δηλ. τό ἴδιο ζυγωτό, καί στήν συνέχεια διαχωρίζονται σέ δύο ἔμβρυα. Τό ἔμβρυο δέν εἶναι ”ἐξάρτημα” πού ἀνήκει, δῆθεν, ὀργανικά, στήν μητέρα του ἀλλά εἶναι ἄνθρωπος ξεχωριστός πού φιλοξενεῖται, ἄχρι καιροῦ, στό σῶμα τῆς μάνας. Εἶναι μία ὁλόκληρη ζωή μέσα σέ μία ἄλλη ζωή, ὄχι μόνον σάν ἔμβρυο, ἀλλά εἶναι ζωή – ἀπό πότε; – ἀπό τήν στιγμή τῆς συλλήψεως, ἀπό τήν στιγμή τῆς γονιμοποιήσεως.
Ἐδῶ, τώρα, ἄς κάνωμε μία παρένθεσι, πού ἄλλωστε τήν προαναγγείλαμε, γιά τούς ὀλεθρίους φόνους τῶν ἀμβλώσεων. Γιατί, ἡ ἄμβλωσις, σέ ὁποιαδήποτε χρονική στιγμή, εἶναι φόνος ἀνθρώπου. Δέν τίθεται κἄν θέμα, ἄν τό ὀλίγων ἡμερῶν ἔμβρυο εἶναι αὐτόνομη ζωή. Προφανῶς καί εἶναι. Ὅπως εἴπαμε, ὅμως, ἡ ἀνθρωπίνη ὕπαρξις, ἡ ζωή, ἔχει ἀρχίσει πρίν κἄν δημιουργηθῆ ἔμβρυο, ἀπό τήν στιγμή τῆς γονιμοποιήσεως δηλ., ὁπότε καί δημιουργεῖται τό ζυγωτό καί στήν συνέχεια, μετά ἀπό κάποιες διαδικασίες δημιουργεῖται τό ἔμβρυο.
Ἐφ᾽ ὅσον τό ζυγωτό εἶναι ἀνθρώπινη ζωή πρίν κἄν δημιουργηθῆ τό ἔμβρυο, τό νά γίνωνται ἀμβλώσεις εἶναι ἐγκλήματα τῆς κοινωνίας καί τοῦ καθενός προσωπικά. Ἐκτός ὅμως ἀπό τίς ἀμβλώσεις γιά τίς οποῖες θά μιλήσωμε καί πιό ἀναλυτικά εὐθύς ἀμέσως, καί στίς ἄλλες μεθόδους πειραματισμοῦ ἤ ἐπεμβάσεως ἐπάνω σέ γονιμοποιημένα ὠάρια, ὅπως στήν ἐξωσωματική γονιμοποίησι, στήν κλωνοποίησι, στά πειράματα ἐπί τῶν ἐμβρύων, στήν λῆψι βλαστικῶν κυττάρων, στήν διατήρησι καί καταστροφή κατεψυγμένων ἐμβρύων, στήν ἐκτρωτική ἀντισύλληψι κλπ., εἴμαστε ὑπεύθυνοι, ὁ καθένας μας προσωπικά, καί συνυπεύθυνοι, σάν κοινωνία γενικά, καί ὅσο ἐξαρτᾶται αὐτό ἀπό τόν καθένα στόν περίγυρό του. Εἴμαστε πολύ ὑπεύθυνοι, ἄν δέν ἐννοήσωμε ποιά εἶναι τά δικαιώματα τοῦ ἐμβρύου καί ποιές οἱ ὑποχρεώσεις τῆς κοινωνίας καί οἱ δικές μας πρός αὐτό.
Ὦ τῆς ὑποκρισίας! Ὦ τῆς ἀνοησίας! Ὦ τῆς σχιζοφρενείας! Δικαιώματα ἀναγνωρίζομε στήν ζωή τῶν ζώων. Μέχρι σημείου τινός κανείς, βέβαια, δέν ἀντιλέγει. Ἀλλά, τό νά μήν ὑπάρχουν δικαιώματα τῶν ἀνθρώπων, τί σχόλιο μποροῦμε νά κάνωμε ἐπ᾽ αὐτοῦ; Μᾶς δίνει, βέβαια, ὁ Θεός τήν δυνατότητα γιά πολλά πράγματα. Ἀλλά, θά κριθοῦμε ἀπό την χρῆσι καί τήν ἐπιλογή τῶν δυνατοτήτων μας. Ὅπως λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, ”πάντα μοι ἔξεστι, ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει”. Τό λέγει γιά ἄλλο θέμα, γιά τήν πορνεία, ἀλλά μποροῦμε νά χρησιμοποιήσωμε τό χωρίο αὐτό καί γιά τά θέματα πού προανεφέραμε, κάνοντας, βέβαια, μία μικρή διασκευή λέγοντας ”πολλά ἡμῖν ἔξεστι, ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει”. Καί, μάλιστα, γιά τά θέματα πού προανεφέραμε, πού εἶναι, δυστυχῶς, πολύ πιό μεγάλη ἁμαρτία ἀπό τό ὄντως μεγάλο, θανάσιμο, ἁμάρτημα τῆς πορνείας.
Τώρα, νά ποῦμε λίγα λόγια γιά τήν ἐξωσωματική γονιμοποίησι πρίν περάσουμε στίς ἀμβλώσεις. Ἐδῶ, πρέπει νά ποῦμε, ὅτι στήν περίπτωσι αὐτή, τῆς ἐξωσωματικῆς γονιμοποιήσεως, ἐκτός βέβαια τοῦ ὅτι εἶναι μία παράβασις ἑνός φυσικοῦ νόμου, μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι εἶναι μία ἐπέμβασις στήν φύσι, κατ᾽ αὐτήν γονιμοποιοῦνται, δυστυχῶς, περισσότερα ὠάρια, ἐνίοτε δέκα, καί παραπάνω ἴσως. Στήν συνέχεια γίνεται διαφοροποίησις καί θανατώνεται πᾶν περισσευούμενο γονιμοποιημένο ὠάριο. Γιά ποιό λόγο; Γιά νά διευκολυνθῆ ἡ ἐπιβίωσις μετά τήν ἐμφύτευσι στήν μήτρα τό πολύ τριῶν ἐμβρύων. Τά ἄλλα, δηλ., σκοτώνονται. Διότι, ἐάν ληφθοῦν περισσότερα ἀπό τρία γονιμοποιημένα ὠάρια καί ἐμφυτευθοῦν στήν μήτρα, τότε θά ἦταν ἀνάγκη νά μειώναμε τόν ἀριθμό των, διότι ἡ μήτρα δέν θά ἀντεῖχε τήν κυοφορία. Ὁπότε, ἔχομε ὄχι ἁπλῶς μία ἔκτρωσι, ἀλλά ἔχομε ”ἐκτρώσεις”. Πού σημαίνει, ὅτι εἶναι πέρα γιά πέρα ἀπορριπτέα αὐτή ἡ μέθοδος. Ἀφῆστε πού ἔχομε καί περιπτώσεις ξανθά ἀνδρόγυνα νά ἔχουν γεννήσει ἀκόμη καί μαυράκια!… Ὁ νοῶν, νοείτω…. Ἐπίσης κάποιες φορές δέν θανατώνονται ὅλα τά γονιμοποιημένα ὠάρια διότι κάποια ἀπό αὐτά καταψύχονται γιά δῆθεν μελλοντική χρῆσι ἀπό τούς γονεῖς, ἐνῶ ἄλλα πηγαίνουν γιά πειράματα.
Τώρα, γιά τίς ἐκτρώσεις τί νά ποῦμε καί τί νά ἀφήσωμε; Ὅσοι ἄνθρωποι προβαίνουν σέ ἐκτρώσεις τῶν παιδιῶν τους γίνονται χειρότεροι καί ἀπό αὐτόν τοῦτον τόν αἱμοσταγῆ Ἡρώδη. Λέγει ἐκεῖ τό τροπάριο: ”Μανείς ὁ Ἡρώδης ἐταράττετο Χριστόν ἀνελεῖν, ὁ θεομάχος, φρυαττόμενος”. Διότι, ὁ Ἡρώδης σκότωσε ξένα παιδιά καί ὄχι δικά του παιδιά, ἐνῶ ἐσύ, πατέρα, γιατί καί σύ εἶσαι συνένοχος, καί περισσότερο ἀκόμα, μητέρα, ἐσύ σκοτώνεις τό ἴδιο τό παιδί σου. Ἄρα, εἶστε χειρότεροι ἀπό αὐτόν τοῦτον τόν Ἡρώδη χωρίς καμμία ὑπερβολή.
Καί, ὅπως ἔλεγε ἕνας σοφός πνευματικός, Ἁγιορείτης, ὁ γέρων Γαβριήλ ὁ Διονυσιάτης, ἡγούμενος γιά πάρα πολλά χρόνια τῆς Ἱ. Μονῆς Διονυσίου, ἄνθρωπος μεγάλης καί ἐγνωσμένης ἁγιότητος καί διακριτικός πνευματικός, πού εἴχαμε τήν εὐλογία ἀπό τόν Θεό νά τόν γνωρίσωμε εἰς τό νοσοκομεῖο τῆς Ἱ. Μονῆς Διονυσίου, συνιστοῦσε σέ πάρα πολλές γυναῖκες, οἱ ὁποῖες εἶχαν τόν λογισμό τῆς ἐκτρώσεως, καί ἔλεγε: «Εἶναι προτιμώτερο νά κάνης τό παιδί, νά τό βαπτίσης καί μετά νά τό σκοτώσης, παρά νά κάνης ἔκτρωσι». Γιά τόν ἁπλούστατο λόγο, ὅτι, ἀφοῦ εἶναι φόνος κι ὁ ἕνας, φόνος κι ὁ ἄλλος, καμμία ὀντολογική διαφορά δέν ὑπάρχει. Ἁπλῶς, στήν πρώτη περίπτωσι, πού τό παιδί θά γεννηθῆ καί θά βαπτισθῆ, θά ”φύγη” βαπτισμένο, ὁπότε τό ἔγκλημα θά εἶναι μικρότερο, πού καί τότε πάλι, βέβαια, θά εἶναι τεράστιο τό ἔγκλημα καί δέν θά ἀπαλλάσσει στό ἐλάχιστο ἀπό τήν ἐνοχή τούς ὑπευθύνους, ἀλλά θά εἶναι προτιμώτερο παρά νά σκοτώση ἡ μάνα τό παιδί ἀβάπτιστο. Ὅταν τό ἔλεγε αὐτό σέ κάποιες γυναῖκες, πού εἶχαν καλή διάθεσι, ἤ δέν εἶχαν πλήρη ἐνημέρωσι ἐπί τοῦ θέματος, τρομάζανε, καί ἐπείθοντο σ᾽ αὐτήν τήν σοφή διδαχή καί σ᾽ αὐτό τό σωτήριο παράδειγμα πού ἔφερνε ὁ μακάριος Γέροντας Γαβριήλ ὁ Διονυσιάτης.
Διότι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ ”ἐνδομήτρια παιδοκτονία”, ὅπως ἀλλιῶς μποροῦμε νά τήν βαπτίσωμε, εἶναι πολύ μεγαλύτερη καί βαρύτερη ἁμαρτία ἀπό τόν ἁπλοῦν φόνο, ἐπειδή τό ἔμβρυο, ἐντός τῆς μήτρας, εἶναι ἀδύναμο νά ἀμυνθῆ καί, ἐπί πλέον, δέν πταίει καί σέ τίποτε. Καί, μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι μόνο ἐκεῖνο, σέ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος, εἶναι ἄνευ κάποιου, καί τοῦ ἐλαχίστου, προσωπικοῦ πταίσματος, διότι, ἁπλούστατα, δέν ἔχει ἀκόμη κἄν γεννηθῆ. Ἀλλά, καί ἄν δοῦμε τό θέμα μέ ἁπλά νομικά, εἶναι φόνος ἐκ προμελέτης, γιατί τό κάνεις ἐσκεμμένα, χωρίς νά μπορῆ νά ἀνισταθῆ τό ὑποψήφιο θύμα. Γιατί, πᾶς κάποιον νά σκοτώσης καί δέν ξέρεις ἄν θά τά καταφέρης, ἤ τί ἐπιπτώσεις θά ἔχης κι ἐσύ ὁ ἴδιος. Καταλαβαίνετε τί ἐννοῶ. Ἡ ἔκτρωσις εἶναι φόνος ἐκ προμελέτης χωρίς νά μπορῆ νά ἀντισταθῆ τό ὑποψήφιο θῦμα, τό ὁποῖο θῦμα, βεβαίως, ὅπως εἴπαμε πρίν, δέν εἶναι κάποιο ξένο παιδί, ὅπως στήν περίπτωσι τοῦ Ἡρώδη, ἀλλά εἶναι τό ἴδιο τό σπλάγχο σου. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, τήν βαρύτητα αὐτῆς τῆς ἁμαρτίας.
Ἐδῶ, θά ποῦμε τί ἔλεγε κάποιος Ἀμερικανός γυναικολόγος ὁ Dr. J. Wilke, πού ἦταν πρόεδρος τῆς Διεθνοῦς Ὁμοσπονδίας Δικαιώματος στήν Ζωή, ὅπως ἐλέγετο αὐτή ἡ ὁμοσπονδία, ὁ ὁποῖος ἐβεβαίωνε κατηγορηματικά – εὐτυχῶς πού ὑπάρχουν σωστοί καί τίμιοι γιατροί ἀκόμα – καί ἔλεγε: «Ὅ,τι σκοτώνεται μέ τήν ἔκτρωσι, ἀνεξάρτητα ἀπό τόν χρόνο κυήσεως, εἶναι ἀνθρώπινη ζωή. Γιατί, τό γονιμοποιημένο ὠάριο, τό ἔμβρυο, τό βρέφος, τό παιδί, ὁ ἐνήλικας, εἶναι ἁπλῶς στάδια ἐξελίξεως καί ὡριμότητος τῆς ἴδιας ἀνθρώπινης ζωῆς. Ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς, αὐτό νά τό σκεφθοῦμε ὅλοι μας, ὑπῆρχε κάποτε, ἐξ ὁλοκλήρου, στό γονιμοποιημένο ὠάριο καί χρειαζόταν μόνο τροφή καί χρόνος γιά τά ἑπόμενα στάδια τῆς ζωῆς του».
Πολύ σοφή, καταλυτική καί ξάστερη διατύπωσις ἀπό τόν γιατρό αὐτόν, πού, βέβαια, δέν εἶναι ὁ μοναδικός, ἀλλά ἐμεῖς ἄς δοῦμε τό θέμα τώρα ἀπό θεολογικῆς Ὀρθοδόξου ἀπόψεως, διότι, δυστυχῶς, λέγουν κάποιοι, ὅτι τό ἔμβρυο, δῆθεν, δέν εἶναι ἀκόμη ἄνθρωπος. Ἀλλά ἄν εἶναι ἔτσι, δέν μᾶς λέγουν πότε γίνεται ἄνθρωπος; Ποιά εἶναι δηλ. ἐκείνη ἡ ”μαγική” στιγμή, ὅπως πάρα πολύ εὔστοχα ἔχει ὀνομασθῆ, κατά τήν ὁποία ὁ ”σάρκινος πολτός” μεταβάλλεται σέ ἄνθρωπο, κ.ο.κ.; Τί εἶναι ἐκεῖνο τό μεγάλο, τό σπουδαῖο, τό μοναδικό, πού λαμβάνει χώραν ἀπό τήν μία στιγμή στήν ἄλλη, ἀπό τό ἕνα κλάσμα τοῦ δευτερολέπτου στό ἄλλο κλάσμα τοῦ δευτερολέπτου τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ποιά δηλ. χρονική στιγμή συμβαίνει αὐτό; Ἔναντι, λοιπόν, αὐτῆς τῆς Βαβέλ πόσο σαφής καί σοφή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι ἡ θέσις τῆς Ἐκκλησίας μας.
Αὐτά, τά διατυπώνει πάρα πολύ ὡραῖα καί ὁ π. Ἐπιφάνειος Θεοδωρόπουλος, τά ὁποῖα βέβαια εἶναι καί ἡ θέσις τῆς Ἐκκλησίας μας. Λέγει, λοιπόν, ὁ π. Ἐπιφάνειος, ὅτι «ἔχομε ἄνθρωπο ἀπό τήν στιγμή τῆς συλλήψεως». Ἑπομένως, ἔχομε ἀνθρωποκτονία ὁποτεδήποτε καί ἄν γίνη ἡ ἄμβλωσις, ἀκόμη καί ἄν ἔχη συμβῆ ἡ σύλληψις ἕνα δευτερόλεπτο, ἕνα κλάσμα τοῦ δευτερολέπτου, πρίν τήν ἄμβλωσι. Καί τότε δηλ. εἶναι ἐξ ἴσου τό ἴδιο σημαντικός καί ἐξ ὁλοκλήρου φόνος, ἐκ προμελέτης, ὅπως προανεφέραμε. Ἄλλωστε, ὑπάρχει καί ὁ Β´ Κανών τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἔχει ἐπικυρωθῆ ἀπό τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο καί ὡς ἐκ τούτου, ἀπερίφραστα λέμε, ὅτι αὐτός ὁ Κανών ἐκφράζει ἐπισήμως καί αὐθεντικῶς τό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι « ἡ γυνή ἡ φθείρασα, ἐννοεῖται τό ἔμβρυον, φόνου δίκην ὑπέχει». Εἶναι δηλ. σάν νά ἔχη κάνει φόνο ἐκείνη ἡ γυναῖκα πού ἔκανε ἄμβλωσι. Καί συνεχίζει: «Ἀκριβολογία δέ ἐκμεμορφωμένου καί ἀνεξεικονίστου παρ᾽ ἡμῖν οὔκ ἐστιν».
Χωρίς αὐτά νά τά ἀναπτύξωμε πιό πολύ, ἁπλῶς λέμε ὅτι, μέ τόν παραπάνω Κανόνα, ἀλλά καί μέ πολλούς ἄλλους κανόνες, ἡ θέσις τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι αὐτή ἀκριβῶς καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας διδάσκει, ὅτι τό ἔμβρυον ἔχει ψυχή ἀπό τήν στιγμή τῆς συλλήψεώς του. Καί, γι᾽ αὐτό ἡ Ἐκκλησία χαρακτηρίζει ὡς φόνο, ὡς ἀνθρωποκτονία, τήν ἄμβλωσι ὁποιαδήποτε χρονική στιγμή καί ἄν λάβη χώραν αὐτή. Ἀρνεῖται, δηλ., καί ἀποκρούει ἡ Ἐκκλησία ὁποιαδήποτε διάκρισι μεταξύ ”ἐξεικονισμένου” διαμορφωμένου δηλ. καί ἀνεξεικονίστου μή διαμορφωμένου δηλ. ἐμβρύου. Ἡ βίαιη ἀποβολή ἀπό τό σῶμα τῆς μητέρας, καί τοῦ ἑνός, καί τοῦ ἄλλου, λογίζεται ἐξ ἴσου ἄμβλωσις.
Βέβαια, πρίν μποῦμε σέ βαθυτέρα ἐξέτασι τοῦ θέματος, ἄς ὑποθέσωμε, πού εἶναι βέβαια σφάλμα, ὅτι ἡ ψυχή ἔμπαινε στόν ἄνθρωπο κατά τήν περίοδο τῆς ὀργανογενέσεως, ἤ μᾶλλον τῆς ὀργανοτελειοποιήσεως τῆς τελικῆς διαμορφώσεως δηλ., τῆς τελικῆς διαπλάσεως τοῦ ἐμβρύου. Ἐρωτῶμε, λοιπόν: Πότε ἀκριβῶς λαμβάνει χώραν αὐτή ἡ ὀργανογένεσις; Αὐτή δέν τελεῖται δι᾽ ἅλματος, δέν συμβαίνει ἀπό τήν μία στιγμή στήν ἄλλη. Πραγματοποιεῖται βραδύτατα διά βημάτων πάρα πολύ ἀργῶν, δια βημάτων ”σημειωτόν”.
Λέγει ὁ π. Ἐπιφάνειος: «Ἐάν τά τοιχώματα τῆς μητρικῆς κοιλίας ἦσαν διαφανῆ, ὡς ὕαλος, καί παρατηρούσαμε συνεχῶς καί καθημερινῶς τήν ἐξέλιξι τοῦ ἐμβρύου ἀπό τήν στιγμή τῆς συλλήψεώς του μέχρι τῆς γεννήσεώς του (αὐτό, μπορεῖ νά γίνη σήμερα καί νά δοῦμε ξεκάθαρα τήν ἀνάπτυξη τοῦ ἐμβρύου μέσα στήν κοιλιά τῆς μητέρας, λόγω τῆς ἀναπτύξεως τῆς τεχνολογίας ), θά ἦτο ἀδύνατον νά ἐπισημάνωμεν οἱανδήποτε καθοριστικήν μεταβολήν. Θά ἔφθανε τό ἔμβρυον εἰς τήν ὥραν τῆς γεννήσεώς του καί ἐμεῖς θά εἴχαμε τήν ἀπορίαν ”πότε ἀνεπτύχθη τόσον πολύ;” Ἀλλά, συνεχίζει, μήπως καί ἡ συνεχής αὔξησις τοῦ γεννηθέντος παιδίου δέν παρέρχεται ὅλως ἀπαρατήρητος ὑπό τῶν οἰκείων του;» Ἐνῶ οἱ ξένοι βλέπουν τήν διαφορά, γιατί δέν τό βλέπουν κάθε ἡμέρα. Τό βλέπομε κατ᾽ ἀρχήν νεογνό, μετέπειτα βρέφος, παιδίον, ἔφηβο, ἄνδρα, κλπ. Ἄν κάποιο παιδί τό βλέπωμε κάθε ἡμέρα, ὅλοι μας διερωτώμεθα ”πότε μεγάλωσε;” Ἀδυνατοῦμε δηλ. νά καθορίσωμε σταθμούς τῆς μεταβάσεώς του ἀπό τοῦ ἑνός σταδίου τῆς ἡλικίας του εἰς τό ἄλλο. Αὐτό λοιπόν, ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τήν ἐξέλιξι τοῦ ἐμβρύου.
Εἶναι ἀδύνατον νά ἐπισημανθοῦν ”σταθμοί” στήν ἐξέλιξι αὐτή. «Ποιά, λοιπόν, διερωτᾶται ὁ π. Ἐπιφάνειος εἶναι ἐκείνη ἡ ἀνεξήγητη ”μαγική” στιγμή τῆς δῆθεν ἐμψυχώσεως τοῦ ἐμβρύου; Ποιά ἡμέρα, ποιά ὥρα, ποιό λεπτό, ποιό κλάσμα τοῦ δευτερολέπτου τῆς χρονικῆς αὐτῆς περιόδου εἶναι ἐκεῖνο κατά τό ὁποῖο ὁλοκληροῦται ἡ ὀργανογένεσις, ποιοί παράγοντες εἶναι ἐκεῖνοι πού καθορίζουν τήν κοσμοϊστορικήν καί μοναδικήν διά τό ἔμβρυον στιγμήν, κατά τήν ὁποίαν συμβαίνει ἡ ὑποτιθέμενη μεταβολή του ἀπό ”σαρκίνου πολτοῦ” εἰς ἔμψυχον ἀνθρώπινον ὄν; Ἀλλά, μήπως καί μέ αὐτό, μοιραίως, δέν εἰσάγεται ἡ, σφαλερή βέβαια, θεωρία τῆς Ἐξελίξεως τοῦ Δαρβίνου; Δηλ., ὅτι ὁ ἄνθρωπος, κάποια στιγμή, δέν ἦταν ἄνθρωπος; Καί, μετά, μέ τήν λῆψι τῆς ψυχῆς ἔγινε ἄνθρωπος; Ποῖο συγκεκριμένο γεγονός, κατά τήν σταδιακή, βραδυτάτη καί ἐξελικτική πορεία τοῦ ἐμβρύου, εἶναι ἐκεῖνο πού ἐπιφέρει αὐτόν τόν ”μέγα σεισμόν” καί καταβιβάζει τόν ἄγγελον ὁ ὁποῖος ἀποκυλίει τόν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου καί ἐγκαθιδρύει ψυχήν εἰς τήν μάζα τῶν σαρκῶν;» Καταλαβαίνετε τί ἐννοεῖ ἐδῶ ὁ π. Ἐπιφάνειος. «Ὁπότε, αὕτη μεταβάλλεται πλέον εἰς ἄνθρωπον;» Σέ αὐτά τά ἐρωτήματα, οὐδεμία ἀπάντησις εἶναι δυνατόν νά δοθῆ. Καί, φυσικά, τό ἀδιέξοδον εἶναι ἀπόλυτον.
Ἀλλά, καί πέραν τούτου, μποροῦμε νά ἰσχυρισθοῦμε κατά τόν ἀντίλογό μας μέ τούς ἀντιφρονοῦντας καί νά φέρωμε ὡς παράδειγμα καί τήν Ἐνσάρκωσι τοῦ Θεοῦ Λόγου, νά φέρωμε ὡς παράδειγμα τόν Χριστό καί τήν θέσι βέβαια τῆς Ἐκκλησίας περί ἐμψυχώσεως τοῦ ἐμβρύου ἀπ᾽ αὐτῆς τῆς ἄκρας συλλήψεώς του, ἄν καί εἶναι ἤδη κατοχυρωμένη, μποροῦμε αὐτήν τήν θέσι ἔτι καί ἔτι νά τήν κατοχυρώσωμε ἀκόμη πιό πολύ, διότι, ὡς εἶναι γνωστόν, ὁ Κύριος, γενόμενος ἄνθρωπος, διῆλθε δι᾽ ὅλων τῶν σταδίων τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως – ἀναπτύξεως, ὁμοίως πρός ἡμᾶς, μέ ἐξαίρεσι βέβαια τήν ἄσπορο σύλληψί Του καί τήν ἀναμαρτησία Του.
Αὐτό, τό παραδέχονται, τό ὁμολογοῦν, ὄχι μία, πού θά ἀρκοῦσε καί μία, ἀλλά τέσσερις οἰκουμενικές σύνοδοι, οἱ ὁποῖες διακηρύσσουν ὅτι: « Ὁμολογοῦμεν τοιγαροῦν τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν Θεόν τέλειον καί ἄνθρωπον τέλειον ἐκ ψυχῆς λογικῆς καί σώματος, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, τόν αὐτόν κατά τήν Θεότητα, καί ὁμοούσιον ἡμῖν κατά τήν ἀνθρωπότητα. Δύο γάρ φύσεων ἕνωσις γέγονε. Ὁμολογοῦμεν τήν ἁγίαν Παρθένον Θεοτόκον διά τό τόν Θεόν Λόγον σαρκωθῆναι καί ἐνανθρωπῆσαι καί ἐξ αὐτῆς τῆς συλλήψεως ἑνῶσαι Ἑαυτῷ τόν ἐξ Αὐτῆς τῆς Παρθένου δηλ. ληφθέντα ναόν». Ποιός εἶναι αὐτός; Ἡ ἀνθρωπίνη φύσις. Εἶναι ὅρος τῆς Γ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ὑπάρχουν, βέβαια, καί ἄλλοι σχετικοί ὅροι, ὅπως εἴπαμε ἀπό τέσσερις οἰκουμενικάς συνόδους, πού, μεταξύ τῶν ἄλλων, λέγουν: «Ἅμα γάρ σάρξ, ἅμα Θεοῦ Λόγου σάρξ, ἅμα σάρξ ἔμψυχος λογική, ἅμα Θεοῦ Λόγου σάρξ ἔμψυχος λογική, ἅμα γάρ τῇ συλλήψει τοῦ Λόγου ταῦτα, ἤτοι ἡ σάρξ καί λογική ψυχή παρήχθη πρός σύστασιν καί ἡνώθη Αὐτῷ καθ᾽ ὑπόστασιν».
Νά ποῦμε καί αὐτό, πού εἶναι πολύ σημαντικό καί εἶναι καί πιό ἁπλό: Ὅταν ἡ ἀειπάρθενη Κόρη, αὐτό πού διαβάζομε στήν Παράκλησι, ἐπεσκέφθη, ἡ Παναγία, τήν συγγενῆ Της Ἐλισάβετ, εὐθύς – αὐτό τό ”εὐθύς” εἶναι τό κλειδί ἐν προκειμένῳ – μετά τόν Εὐαγγελισμό Της, δηλ. λίγες ἡμέρες μετά τήν Σύλληψι τοῦ Χριστοῦ, τί ἔφερε στήν κοιλιά Της; Ἔφερε ”ἄψυχο κυτταρική μάζα” μήκους ἑνός περίπου χιλιοστοῦ, σύμφωνα μέ τά ἰατρικά καί ἐπιστημονικά δεδομένα; Ὄχι, βεβαίως, ἄπειρες φορές ὄχι!
Ἡ Παναγία Μητέρα μας ἔφερε ἐντός Της Τόν προσλαβόντα τήν ἀνθρωπίνη φύσι, ἤτοι σῶμα μετά ψυχῆς λογικῆς, τόν Θεόν Λόγον, βέβαια. Γι᾽ αὐτό, καί ἡ πλησθεῖσα Πνεύματος Ἁγίου Ἐλισάβετ – τά λέει τό Εὐαγγέλιο αὐτά, κανείς δέν μπορεῖ νά τά ἀμφισβητήση ἤ νά τά διαστρεβλώση -, τί εἶπε; Ἀναπέμπει δοξολογίαν εἰς τό ὀλίγων ἡμερῶν ἔμβρυον, γιατί ”εὐθύς” πῆγε σ᾽ αὐτήν ἡ Παναγία. Καί, τί λέγει; «Εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου»! Καί ἀποκαλεῖ τήν Μαριάμ ”μητέρα τοῦ Κυρίου της”. Αὐτό τό ”τοῦ Κυρίου της” τά καταλύει καί τά ἀποδεικνύει ὅλα.
Ὅτι δέ τά ἰσχύοντα περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου, πλήν τῆς ἀσπόρου συλλήψεως καί τῆς ἀναμαρτησίας, ἰσχύουν ἐπακριβέστατα καί ἀπαραλλάκτως καί περί πάντων τῶν ἀνθρώπων εἶναι αὐτονόητον καί οὐδεμιᾶς χρήζει ἀποδείξεως, ἀφοῦ, ὡς εἴδομεν, ”ὁμολογοῦμεν τόν Κύριον τέλειον ἄνθρωπον, ὁμοούσιον ἡμῖν”, ὅμοιον δηλ. μέ ἡμᾶς, κατά τήν ἀνθρωπότητα, κατά πάντα ὅμοιον μέ ἡμᾶς, χωρίς τήν ἁμαρτίαν, ἐννοεῖται. Ἐφ᾽ ὅσον λοιπόν στόν Κύριο ἰσχύει αὐτό, ἀφοῦ ἀπεκάλεσε ἡ Ἑλισάβετ τήν Παναγία ”Μητέρα τοῦ Κυρίου της”, τοῦ Χριστοῦ δηλ., ἡ ἀπάντησις στό θέμα τῆς ἐμψυχώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου ἐμβρύου ἔχει ἤδη δοθῆ καί ἀπό αὐτήν τήν εὐαγγελική περικοπή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Ὁπότε, ἔχομε, στήν περίπτωσι τῆς ἐκτρώσεως, φόνο πέρα γιά πέρα ἀληθινό. Ἄς μή ποῦμε ἄλλα γι᾽ αὐτό. Ἀρκετά, νομίζω, εἴπαμε.
Νά προχωρήσωμε στά θέματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνθρωπολογίας καί νά ποῦμε, ὅτι ὁ ἅγιος Μάξιμος λέγει, ὅτι τό σῶμα, μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ, δημιουργεῖται ἀπό τήν σπορά, ἀπό τό σπέρμα τοῦ ἀνδρός, ἐνῶ ἡ ψυχή ἀπό τήν δημιουργική θέλησι τοῦ Θεοῦ καί παραμένει στό σῶμα ἀσκῶντας τήν ζωοποιό της ἐνέργεια καί μόνο μετά τήν ἀναχώρησι αὐτῆς ἀπό τοῦ σώματος, μόνο τότε ἐπέρχεται ὁ βιολογικός θάνατος στόν ἄνθρωπο. Ὁ ”ἐγκεφαλικός θάνατος” δέν εἶναι θάνατος, ἀλλά αὐτό εἶναι ἄλλο θέμα. Θά μᾶς ἀπασχολήση ἄλλη φορά.
Καί, λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: «Τό γάρ σύζυγον ἡμῖν τουτί σῶμα ὑπό τοῦ Θεοῦ ὡς συνεργόν ἐσόμενον συνέζευκται, μᾶλλον δέ ὑπέζευκται». Δηλ., τό σῶμα εἶναι πάντρεμα τῆς ψυχῆς καί ἡ ψυχή εἶναι συνεργός σέ κάθε κοινή των ἐνέργεια. Τό σῶμα, ἀπό μόνο του, δέν εἶναι κακό, ἤ ἁμαρτωλό. Ἄλλωστε, τό σῶμα, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, ἔχει ἀνέλθει, διά τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστου στό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἴμαστε παθοκτόνοι, ὄχι σωματοκτόνοι. Ἁμαρτωλό εἶναι τό σωματικό, τό σαρκικό φρόνημα καί ὄχι τό σῶμα.
Τό σῶμα μας εἶναι τό ὑλικό μέρος τῆς ὑπάρξεώς μας καί ἡ ψυχή μας εἶναι τό ἄϋλο, τό νοερό μέρος. Ἄϋλο, βέβαια, σέ σχέσι μέ τό σῶμα μας. Γιατί καί ἡ ψυχή μας σέ σχέσι μέ τόν Θεό, πού εἶναι ὁ μόνος πραγματικά ἄϋλος, εἶναι ὑλικωτάτη, ὡς κτίσμα. Τώρα, οἱ ἄγγελοι ἔχουν ψυχή ὡς οὐσία, ὄχι ὅμως ὡς ἐνέργεια. Πολύ καταπληκτικό αὐτό. Διότι, δέν ἔχουν σῶμα γιά νά τό ζωοποιήσουν οἱ ἄγγελοι.
Ψυχή καί σῶμα, φυσικά, εἶναι κτιστά. Δημιουργήματα δηλ. τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τά ”κατά φύσιν” τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μᾶς ζωοποιεῖ, δίνει ζωή σέ μᾶς, σέ κάθε λογική κτιστή φύσι, καί σέ ὅλες βέβαια τίς ζωντανές ὑπάρξεις. Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅτι « ἀλλ᾽ οὐ μόνον ἐνέργειαν, ἀλλά καί οὐσίαν ἔχει τήν ζωήν, ὡς ζῶσα καθ᾽ αὑτήν». Δηλ., ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει, καί οὐσία, καί ἐνέργεια, ἐφ᾽ ὄσον ζωοποιεῖ τό σῶμα. Γι᾽ αὐτό, ὅταν διαλύεται τό σῶμα, αὐτή παραμένει ἀθάνατη, πάντα βέβαια μέ τήν θέλησι τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ τά ζῶα ἔχουν τήν ψυχή κατ᾽ ἐνέργειαν καί ὄχι κατ᾽ οὐσίαν. Καί, ὅπως λέγει ὁ θεόπνευστος Ἅγιος: «Κατ᾽ αὐτήν ἐμψύχου σώματος καί οὐκ οὐσίαν, ἀλλ᾽ ἐνέργειαν ἔχει ταῦτα τήν ζωήν, ὡς πρός ἕτερον οὖσαν, ἀλλ᾽ οὐ καθ᾽ αὑτήν». Νά τό ποῦμε πιό ἁπλᾶ, γι᾽ αὐτό, καί ἡ ψυχή τῶν ζώων, ἐπειδή ἔχει μόνο ἐνέργεια, καί ὄχι οὐσία δηλ. ξεχωριστή ἀπό τήν οὐσία τοῦ σώματος, χάνεται μαζί μέ τό σῶμα τῶν ζώων καί συνδιαλύεται, χάνεται, ὅταν τελειώση ἡ βιολογική τους ζωή. Διότι, ἡ ψυχή τους εἶναι θνητή, ὅπως καί τό σῶμα τους.
Λέγει, ἐπί πλέον ὁ Ἅγιος, ὅτι ἡ ψυχή διαιρεῖται στό ἄλογο μέρος της, ἤ παθητικό, καί στό λογικό μέρος της, πού εἶναι ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἰκονίζει τόν Τριαδικό Θεό. Τί καταπληκτικό εἶναι αὐτό, τί μεγαλεῖο, τί εὐλογία! Καί εἶναι κρίμα γιά μᾶς, ὅταν δέν τηροῦνται οἱ ἀντίστοιχες ὑποχρεώσεις μας. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἰκονίζει τόν Τριαδικό Θεό καί εἶναι νοῦς, λόγος καί πνεῦμα. Ἀφοῦ, καί ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, μέ τήν γενική ἔννοια βέβαια, ταυτίζεται μέ τήν ψυχή. Σημαίνει πώς καί ὁ νοῦς, ἄν καί εἶναι ἑνιαῖος, ἀποτελεῖται ἀπό νοῦ, λόγο, καί πνεῦμα, τά ὁποῖα δέν εἶναι ὑποστάσεις, ἀντίθετα δηλ. μέ ὅ,τι συμβαίνει στήν Ἁγία Τριάδα.
Ἡ λέξις ”ψυχή” εἶναι πολυσήμαντη, τόσο στήν Ἁγία Γραφή, ὅσο καί στούς Ἁγίους Πατέρες, καί, μοιραίως, ὅποιος δέν ξέρει νά κάνη σωστή ἑρμηνεία της, μπορεῖ νά πέση σέ πλεῖστες ὅσες παρερμηνεῖες καί ἐσφαλμένες γνῶμες. ”Ψυχή” λέγεται ἡ ζωή πού ὑπάρχει σέ κάθε κτίσμα, ὅπως στά ζῶα, στά φυτά. ”Ψυχή” εἶναι ἡ ζωή πού ὑπάρχει μέσα στόν ἄνθρωπο. Ἀλλά, ”ψυχή” εἶναι καί ἡ ζωή πού ἐκφράζεται μέσα ἀπό τό πνευματικό στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς μας, ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων, δηλ.
Ἡ διαφορά μεταξύ τῆς ψυχῆς, ὡς πνευματικοῦ στοιχείου τῆς ὑπάρξεώς μας, πού εἶναι φύσει θνητή, ἀλλά Χάριτι, καί μόνον Χάριτι, ἀθάνατη, ὄχι ἀθάνατη ἀπό μόνη της δηλ., ἀλλά γιατί ἔτσι τό θέλει ὁ Θεός, καί τῆς ψυχῆς ὡς ζωῆς φαίνεται στόν ἑξῆς λόγο τοῦ Χριστοῦ: « Ὅς γάρ ἄν θέλῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπωλέσει αὐτήν. Ὅς δ᾽ ἄν ἀπωλέσῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, εὑρήσει αὐτήν». Στήν μία περίπτωσι, μέ τόν ὅρο ”ψυχή” ἐννοεῖ ὁ Κύριος τό πνευματικό στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς μας, καί στήν ἄλλη ἐννοεῖ αὐτό πού λέμε ”ζωή”.
Λέγει ὁ ἄγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅτι στόν Θεό ὑπάρχει οὐσία καί ἐνέργεια. Ἡ οὐσία καί ἡ ἐνέργεια τώρα στόν Θεό συνάπτονται διηρημένως καί διαιροῦνται συνημμένως. Αὐτό εἶναι τό μυστήριο τῆς ἀδιαιρέτου διαιρέσεως οὐσίας καί ἐνεργείας στόν Θεό. Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμέθεκτη καί ἀκοινώνητη ἀπό τόν ἄνθρωπο, καί ἀπό τούς ἀγγέλους, ἐνῶ οἱ ἐνέργειές Του εἶναι μεθεκτές. Καί, ὅταν λέμε ”ἐνέργειες” ἐννοοῦμε ὅ,τι ἐκ τοῦ Θεοῦ φθάνει, κοινωνεῖ, διέπει τήν λογική καί τήν ἄλογο κτίσι.
Ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ πλασμένος, λέγει ὁ Ἅγιος, ἔτσι καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου διαιρεῖται ἀδιαιρέτως σέ οὐσία καί ἐνέργεια. Τί καταπληκτικά πράγματα! Λίγο δύσκολα, ἀλλά κάπου-κάπου πρέπει νά τά ἀναφέρωμε. Λέγει, ἐπίσης, ὁ Ἅγιος: « Ὅταν τό ἑνιαῖον τοῦ νοῦ γένηται τρισσόν, μένον ἑνιαῖον, τότε συνάπτεται τῇ θεαρχικῇ Τριάδι-Μονάδι. Γίνεται δέ τό ἑνιαῖον τοῦ νοῦ τρισσόν, μένον ἑνιαῖον, ἐν τῇ πρός ἑαυτόν στροφῇ, (ὅπερ καί τό εὐκταῖον), καί τῇ δι᾽ ἑαυτοῦ πρός Θεόν ”ἀνόδῳ”. Ἔτσι, ἡ ψυχή ἕν ἐστί πολυδύναμον πρᾶγμα, τῆς ὁποίας μία δύναμις εἶναι ὁ νοῦς, ἀλλά, παρά ταῦτα, καί ὅλη ἡ ψυχή μέ τίς δυνάμεις της εἶναι καί λέγεται ”νοῦς”». Γι᾽ αὐτό δημιουργοῦνται καί κάποιες συγχύσεις.
Ἐδῶ, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο ”νοῦ” μέ δύο σημασίες. ”Νοῦς” εἶναι ὁλόκληρη ἡ ψυχή, τό ”κατ᾽ εἰκόνα”, ἀλλά ”νοῦς” εἶναι καί μία δύναμις τῆς ψυχῆς. Καί στήν Καινή Διαθήκη, ἡ ”ψυχή” ταυτίζεται μέ τόν ”νοῦ”. Οἱ ὅροι ”νοῦς” καί ”ψυχή” ἐναλλάσσονται. Μετά τήν Ἀνάστασι, ὁ Κύριος λέγει, ἀναφερόμενος στούς Μαθητές: «Διήνοιξεν αὐτῶν τόν νοῦν τοῦ συνιέναι τάς γραφάς». Ἐκεῖ, στό κατά Λουκάν Εὐαγγέλιον. Δηλ., ὁ ἄνθρωπος μέ τήν διάνοιξιν τῶν ὀφθαλμῶν τῆς καθαρῆς νοερῆς καρδίας-νοός καί μέ τήν κάθαρσιν αὐτῶν γνωρίζει τόν Θεόν. Γι᾽ αὐτό, τό ”διήνοιξεν τόν νοῦν” ταυτίζεται μέ τό ”διήνοιξεν τήν καρδίαν”, τήν πνευματικήν, ἐννοεῖται, καρδίαν, τό κέντρο τῆς ψυχῆς, τό καθαρώτερον μέρος τῆς ψυχῆς. Ὁ νοῦς, λοιπόν, λέγεται καί ”καρδία”, ”νοῦς” λέγεται καί ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς, ”νοῦς”, ὅμως, λέγεται καί ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Ὁ νοῦς ταυτίζεται μέ τήν ψυχή, ἀλλά, ταυτοχρόνως, εἶναι καί μία ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Ἐπίσης, ὅπως ἡ ψυχή, ἔτσι καί ὁ νοῦς διαιρεῖται ἀδιαιρέτως σέ οὐσία καί ἐνέργεια.
Ἐπειδή, τώρα, κατά τήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, οἱ σύγχρονοί του, τόν κατηγόρησαν – καί τί δέν τράβηξε ὁ Ἅγιος! -, ὅταν μιλοῦσε γιά ἐπιστροφή τοῦ νοῦ στήν καρδιά, ὁ Ἅγιος γράφει: « Ἀγνοοῦσι γάρ, ὡς ἕοικεν, ὅτι ἄλλο μέν οὐσία νοῦ, ἄλλο δέ ἐνέργεια». Διότι, λέγει, ἀγνοοῦν, ὅπως φαίνεται, ὅτι ἄλλο μέν εἶναι ἡ οὐσία τοῦ νοῦ, ἄλλο δέ ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ. Οὐσία τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ πνευματική καρδία καί ἐνέργεια τῆς ψυχῆς εἶναι ”ἡ ἐν λογισμοῖς συνισταμένη καί νοήμασι”.
Γιά νά ἐπανέλθη ὁ νοῦς στήν καρδιά, δέν εἶναι μόνο τά νοήματα καί οἱ λογισμοί ἀλλά – ἐδῶ εἶναι τό πρόβλημα, ὧδε ὁ ἀγών – χρειάζεται καί ἡ ἄκρως λεπτοτέρα προσοχή νά συμμαζευθῆ, πού διαχέεται ἔξω, διά τῶν αἰσθήσεων. Ὧδε ὁ ἀγών, σκληρός ἀγών ἐδῶ γιά νά συγκεντρώσωμε τόν νοῦ μας μέσα στήν καρδιά. Ἐπ᾽ αὐτοῦ, λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος: « Νοῦς μέν καθαρός, ὀρθά βλέπει τά πράγματα. Λόγος δέ γεγυμνασμένος, ὑπ᾽ ὄψιν ἄγει τά ὁραθέντα». Δηλ., ὁ νοῦς εἶναι ἐκεῖνος πού βλέπει καθαρά τά πράγματα ὅταν εἶναι καθαρός, καί γι᾽αὐτό πρέπει νά καθαρίζεται.
Ὅταν ὁ νοῦς προσευχόμενος προσπαθῆ, μέ τήν βοήθεια καί τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ πάντα, νά ἐπιστρέψη ὅλες τίς δυνάμεις τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς καί τοῦ νοῦ στόν ἑαυτό του, ἀκόμη καί τήν διάνοιά του νά τήν στρέψη πρός τά μέσα, νά τήν προσηλώση στήν προσευχή, μόνο τότε μπορεῖ ὁ νοῦς νά ἐπιστρέψη στόν ἑαυτό του, στήν νοερή πνευματική καρδία, στήν οὐσία τῆς ψυχῆς, πού βρίσκεται κάπου στήν φυσική καρδιά, στό ὄργανο τῆς φυσικῆς καρδιᾶς, κάπου ἐκεῖ βρίσκεται ἡ πνευματική καρδία, καί μόνο τότε μπορεῖ νά ἐνεργοποιηθῆ ἡ ἕνωσι μέ τόν Θεό, ὅπερ, βέβαια, καί τό κατ᾽ εὐδοκίαν εὐκταῖον.
Ἔτσι, τόν νοῦν, πού διαχέεται διά τῶν αἰσθήσεων πρός τά ἔξω, πρέπει νά τόν συγκεντρώσωμε καί νά τόν ἐπαναφέρωμε στήν καρδία. Ὅπως ἡ διάσπασις τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς ἐπιφέρει τήν ἀσθένειαν τῆς ψυχῆς, ἡ ἑνοποίησίς τους, ἐπιφέρει τήν θεραπεία, τήν ἐπιστροφή τοῦ νοῦ στήν καρδιά. Μποροῦμε νά ποῦμε τήν τέλεια θεραπεία τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία βέβαια τέλεια θεραπεία θέλει καί τήν δική της συντήρησι, ἐννοεῖται, καί ὁ νοῶν νοείτω. Θέλει τόν ἀγῶνα της δηλ.
Τό θέμα ”ψυχή” εἶναι ἀνεξάντλητο. Ἄλλη φορά θά ἀναφερθοῦμε σέ ἄλλα στοιχεῖα γιά τήν ψυχή. Ἀντί ἐπιλόγου, ἄς διαβάσωμε τήν σχετική περικοπή ἀπό τήν Γένεσι.
Ἐκεῖ, λέγει: «Καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον χοῦν ἀπό τῆς γῆς καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν» (Γέν. 2, 7). Γιά τόν ἄνθρωπο δέν εἶπε ὁ Θεός ”ἐξαγαγέτω ἡ γῆ”, ὅπως εἶπε γιά τά ζῶα, ἀλλά ”ποιήσωμεν”, ὡς ἐάν ἐπρόκειτο νά συμβουλευθῆ Ἑαυτόν ὁ Θεός, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ μακαριστός ἀρχιμανδρίτης Ἰωήλ Γιαννακόπουλος, λέγοντας: «Τοῦτο, δηλοῖ τό ἰδιαίτερον διά τόν ἄνθρωπον ἐνδιαφέρον τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτή ἡ ”ἐκ τοῦ χοός” ἀλλά διά τῶν χειρῶν τοῦ Δημιουργοῦ πλᾶσις τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος δηλοῖ ἰδιαιτέραν δημιουργικήν πρᾶξιν, πού φυσικά εἶναι ἀπόρροια τῆς παντοδυνάμου θελήσεώς Του. Ὅ,τι ὡραῖο ὑπάρχει στά ὑπόλοιπα ἐπίγεια ὄντα συναντᾶται εἰς τό ἀνθρώπινον σῶμα εἰς θαυμαστήν ἁρμονίαν καί ἑνότητα. Ὁ ἄνθρωπος διά τῆς πνευματικῆς του, λογικῆς δηλ., ψυχῆς, εἰσέρχεται καί ἀνήκει εἰς τόν πνευματικόν κόσμον, ταυτόχρονα, ἑνώνων ἐν ἑαυτῷ τόν ὑλικόν καί πνευματικόν κόσμον, καί, οὕτως ἀποτελῶν τήν κορωνίδα τῆς ὅλης δημιουργίας.
Τό θεῖον ἐμφύσημα ἐδημιούργησεν εἰς τόν ἄνθρωπον τήν πνευματικήν καί ἀθάνατον ψυχήν του». Ὅπως εἴπαμε καί πιό πρίν, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε καί τήν Χάρι, βέβαια, γιά νά ἔχη τήν δυνατότητα τῆς θεοκοινωνίας. Καί συνεχίζομε: «Αὕτη, ἡ ψυχή δηλ., οὐδέν κοινόν ἔχει πρός τήν ὕλην, οὐδέ πρός τήν ἀνθρωπίνην ἀναπνοήν, ἀλλά εἶναι πνευματικῆς ἐντελῶς φύσεως. Χαρακτηρίζεται δέ τό ἐμφύσημα ὡς ”πνοή ζωῆς”, διότι ἡ ψυχή εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς τοῦ σώματος καί αὐτή ἐνεργεῖ, ὥστε νά ἀναπνέη τό ἀνθρώπινο σῶμα καί γενικῶς νά φέρη εἰς πέρας ὅλες τίς λειτουργίες του καί νά ζῆ. Τό θεῖον ἐμφύσημα δέν θέλει νά πῆ ὅτι ἡ ψυχή εἶναι ”ἀπόρροια” τοῦ Θεοῦ, δέν ἔχομε δηλ. πανθεϊσμό, ὅπως ἔχουν στόν Βουδισμό. Αὐτή ἡ ἀνθρωπίνη ἀναπνοή, ἄλλωστε, δέν εἶναι ἀπόρροια τῆς οὐσίας τοῦ ἀναπνέοντος, πολλῷ δέ μᾶλλον αὐτό ἰσχύει γιά τόν Θεό, ἀλλά διά τοῦ ἐμφυσήματος τί δηλοῦται; Δηλοῦται συμβολικῶς, ὅτι ἡ ψυχή – αὐτό ἔχει σημασία – δέν ἐπλάσθη, ὅπως τό σῶμα, ἀπό προϋπάρχουσα ὕλη, ἀλλά ἀμέσως ὑπό τῆς θείας παντοδυναμίας ἐδημιουργήθη ἐκ τοῦ μηδενός, ἐκ τοῦ μή ὄντος, καί συνεδέθη μετά τοῦ σώματος.
Κατά τήν ψυχήν, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅμοιος μέ τόν Θεό, μέ τήν ἔννοια, ὅτι ἔχει τήν δυνατότητα νά γνωρίση καί νά μετέχη στήν δόξα πού ἔχει ὁ Θεός, ὅπως προανεφέραμε, καί μπορεῖ νά γίνη μέτοχος τῆς δόξης πού ἔχει ὁ Θεός, θεός κατά Χάριν δηλ.
Αὐτό πού θέλω, τώρα, νά κρατήσωμε, γιατί θά ἐπανέλθωμε σέ αὐτό τό πολύ σημαντικό καί πολυδιάστατο θέμα, εἶναι ὅτι, γιά μέν τήν δημιουργία τοῦ σώματος ὁ Θεός παίρνει ὑλικά στοιχεῖα ἀπό τήν Δημιουργία Του, δηλ. ἀπό αὐτά πού ἤδη ὑπάρχουν, δηλ. ἐκ τῶν ὄντων. Ἀντιθέτως, γιά τήν ψυχή δέν παίρνει κανένα ὑλικό στοιχεῖο θά δοῦμε πιό κάτω γιατί τό τονίζωμε αὐτό, ἀλλά σημειώνει μία πρᾶξι, τήν δημιουργεῖ ἀπό τήν ἀνυπαρξία διά τοῦ ἐμφυσήματος.
Σημασία, τελικά, ἔχει ὅτι ἡ ψυχή εἶναι κτίσμα, εἶναι δημιούργημα, ὄχι ὅμως δημιούργημα ἀπό κάποια ἐνυπάρχουσα ὕλη. Εἶναι κτίσμα, ἀλλά δέν ἔχει καμμία σχέσι ἡ ψυχή μέ τόν ὑλικό κόσμο. Ἀπό τόν ὑλικό κόσμο ἔγινε μόνο τό ἀνθρώπινο σῶμα καί τό λέμε αὐτό γιατί οἱ ὑλιστές θεωροῦν, ἐσφαλμένως βέβαια, ὅτι ἡ ψυχή εἶναι ἀποτέλεσμα – ἔκφρασις μιᾶς μορφῆς τῆς ὕλης, ὅπως δηλ. ἡ φυσική ἐνέργεια εἶναι μία μορφή τῆς ὕλης. Αὐτά, ὑποστηρίζουν οἱ ὑλιστές, ἀλλά φυσικά ἡ ψυχή δέν ἔχει καμμία ἀπολύτως σχέσι μέ τήν ὕλη. Ὅλα αὐτά τά φληναφήματα, τά ὁποῖα τώρα ὑποστηρίζουν οἱ ὑλιστές, γιά ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους πού ἔχομε τήν ἀλήθεια ἐξ ἀποκαλύψεως, ὅλα αὐτά εἶναι ἀνιαρά. Σημασία ἔχει ἐδῶ τό ἑξῆς. Τό ”ἐνεφύσησε” τί δείχνει; Ὅτι ἡ ψυχή δέν εἶναι ἀπό τήν θεία οὐσία. Αὐτό εἶναι πάρα πολύ βασικό καί σημαντικό. Δέν εἶναι ἡ ψυχή ἕνα ”κομματάκι” ἀπό τήν θεία οὐσία διότι, τότε, θά εἴμαστε θεοί κατά φύσιν καί θά εἴχαμε ”πανθεϊσμό”. Ἐδῶ, ὅμως δέν ἔχομε πανθεϊσμό, διότι ἡ ψυχή δέν προέρχεται ἀπό ὑπάρχουσα ὕλη, ἀλλά εἶναι ἕνας ξεχωριστός δημιουργικός θεϊκός τρόπος ἡ δημιουργία της. Αὐτό νά κρατήσωμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί.
Εὔχομαι νά ἀγωνισθοῦμε καί εὔχομαι διά τῆς ἐμπειρίας, ὅπως εἶναι κυρίως ἡ συγκέντρωσις τοῦ νοῦ μέσα στήν καρδιά, ἡ νοερά προσευχή, πού ἀπορρέει ἀπό αὐτό, καί πολλά ἄλλα, τά ὁποῖα, καί νά εἴχαμε τόν χρόνο νά τά ἀναπτύξωμε, δέν μποροῦμε νά τά ἐννοήσωμε, ἄν δέν τά ζήσωμε διά τοῦ ἀγῶνος.
Γι᾽ αὐτό, εὔχομαι πρός ὅλους ὑμᾶς ”καλόν ἀγῶνα”, ”καλή κάθαρσι” καί ”καλή κατά Θεόν προκοπή”.
Ἀμήν.

Γένοιτο.

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος, Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος.

*Ἑσπερινή ὁμιλία στήν Ἱερά Μονή Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος 23- 02- 2013